Έλληνες στη Γαλλία

Γιώργος Αλεξανδρινός
«Ένας έλληνας φοιτητής αυτοκτόνησε στο Παρίσι».
Μυθιστόρημα

Ο ψευδώνυμος Γιώργος Αλεξανδρινός ο οποίος, σύμφωνα με το λακωνικό βιογραφικό του σημείωμα, ζει στο Παρίσι από το 1981, φαίνεται έχει θησαυρίσει πλήθος εμπειριών τής εκεί καθημερινής ζωής και μας τις παρουσιάζει ενορχηστρωμένες σ’ένα μυθιστόρημα αστυνομικής υφής με σωστές δόσεις της σχετικής κλασικής συνταγής. Ο τίτλος του βιβλίου, τουλάχιστον για όσους διαθέτουν μνήμη και συσχετίζουν τα γεγονότα, παραπέμπει εμμέσως στη γνωστή αυτοκτονία Έλληνα διανοούμενουστο Παρίσι, χωρίς να έχει καμία ουσιαστική σχέση μαζί της.
Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται εξ ολοκλήρου στο Παρίσι και είναι προικισμένο με τούτο το πλεονέκτημα: Μπορεί να συγκινήσει και να παρασύρει στο ρυθμό του τον οποινδήποτε αναγνώστη και όχι μόνον εκείνους που έχουν ζήσει στη γαλλική πρωτεύουσα, είτε ως μεταπτυχιακοί φοιτητές είτε για άλλους λόγους.
Ο Αλεξανδρινός αναπτύσσει την ιστορία του γύρω από ορισμένους θεματικούς άξονες οι οποίοι είναι, λιγότερο ή περισσότερο, οικείοι και προσπελάσιμοι από τον αναγνώστη. Ένας απ’αυτούς τους άξονες στηρίζεται στο γνωστό διαλογικό έργο του Ντενί Ντιντερό «Το παράδοξο του ηθοποιού» (ή «Το παράδοξο με τον ηθοποιό», κατά την πρόσφατη, νέα μετάφρασή του πό τις εκδόσεις «Πόλις»). Οι υπόλοιποι θεματικοί άξονες έχουν σχέση με την εικόνα και με τις εντυπώσεις που δημιουργούν στο εξωτερικό, κυρίως στη Γαλλία, οι Έλληνες που ζουν εκεί.
Οι αμφίδρομες σχέσεις Ελλήνων και Γάλλων, οι αμοιβαίες και ασύμπτωτες εντυπώσεις τους, η συνήθως τουριστική εικόνα των ξένων για τη σημερινή Ελάδα, εικόνα που μοιραίως διαθλάται και παραμορφώνεται μέσα από τη σύγκριση και τη σύνδεση με τους αρχαίους προγόνους μας.
«Το παράδοξο του ηθοποιού» θεμελιώνει στις σελίδες του βιβλίου το γνωστό παιχνίδι αλήθειας και ψεύδους, ουσιαστικής και πλαστής ζωής, παιχνίδι που οδηγεί τον ήρωα στην αναζήτηση της πραγματικότητας του ταυτότητας. Εκείνο, όμως, που φαίνεται να απασχολεί ιδιαιτέρως τον Αλεξανδρινό, είναι η θέση και η σχέση Ελλήνων και Ελλάδας με τους άλλους λαούς και με τα άλλα κράτη, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
Η εικόνα που μας προτείνει ο συγγραφέας για την Κοινότητα είναι ζοφερή, θυμίζει συχνά το υπερκράτος και την ψυχρή, ανάλγητη κεντρική εξουσία, μια κατάστση που έχουν εκμεταλλευτεί ως λογοτεχνικό και ιδεολιγικό θέμα βιβλία όπως «Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος» το «1984» ή το «Φαρενάϊτ 451».
Αυτή η κεντρική εξουσία που εποπτεύει και γνωρίζει τα πάντα, καθορίζει τελικώς τη ωή και τη μοίρα των απλών πολιτών της. Ο Αλεξανδρινός διαθέτει αφηγηματική ικανότητα και, παρά την ποικιλία των ζητημάτων που θίγει, ξέρει διατηρεί την ισορροπία του υλικού του και να μην πελαγοδρομεί. Η απροσδόκητη και «ποιητική» κατάληξη του βιβλίου θυμίζει σκηνές από την ταινία του Βιμ Βέντερς «Τα φτερά του έρωτα». είναι εξάλλου συχνές και ρητές οι αναφορές του συγγραφέα σε κινηματογραφικές ταινίες, όταν θέλει να αποδώσει το κίμα ή την ψυχολογία μιας δεδομένης στιγμής.
Τούτο το καλογραμμένο και καλοστημένο μυθιστόρημα, που είναι και δεν είναι αστυνομικό, μοιάζει να θέτει για μιαν ακόμη φορά το παλαιό θέμα των σχέσεων της Ελλάδας με τους άλλους λαούς, μιας Ελλάδας ιδιόμορφης και αναποφάσιστης που πατάει με το ένα πόδι στην Ανατολή και με το άλλο στη Δύση.

Δημήτρης Δασκαλόπουλος, εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, Τρίτη 25 Ιουλίου 1995

 

Ce contenu a été publié dans Κριτικές, Λογοτεχνία, avec comme mot(s)-clé(s) , . Vous pouvez le mettre en favoris avec ce permalien.