Εκπομπή  Άξιον εστί


Εκπομπή  Άξιον εστί, Νοέμβριος 1995.
Γιώργου Αλεξανδρινού, Ένα έλληνας φοιτητής αυτοκτόνησε στο Παρίσι
Βασίλης Βασιλικός : Κύριε Αλεξανδρινέ, το Αλεξανδρινός κατ’ αρχήν είναι το πραγματικό σας όνομα;
Γιώργος Αλεξανδρινός : Όχι.
Β. Β. : Είναι ψευδώνυμο…
Γ. Α. : Είναι ψευδώνυμο.
(Ακούγεται η Ιωάννα Καρυστιάνη να λέει: Κι εγώ ήθελα να μάθω…)
Β. Β. : Το πραγματικό σας όνομα είναι;
Γ. Α. : Γιώργος Μπιζιούρας.
Β.Β. : Αυτό είναι το πρώτο σας βιβλίο;
Γ. Α. : Μάλιστα.
Β. Β. : Θα σας λέω Αλεξανδρινό, γιατί έτσι μας βοηθάει περισσότερο να συνδεθεί το όνομα με το βιβλίο…  Ο τίτλος είναι « Ένας έλληνας φοιτητής αυτοκτόνησε στο Παρίσι » και από το πιο σύντομο βιογραφικό που έχω δει « Ο Γιώργος Αλεξανδρινός γεννήθηκε στην Ελλάδα κι από το 1981 ζει στο Παρίσι. » Δεν λέει τίποτε άλλο. Άρα εσείς ως ένα σημείο είστε… ζείτε στο Παρίσι από το 1981.
Γ. Α. : Μάλιστα.
Β. Β. : Ως Μπιζιούρας εγώ… κάτι μου λέει το όνομα… σας ξέρω ως ηθοποιό…
Γ. Α. : Ξεκίνησα ως ηθοποιός… ναι…
Β. Β. : …του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος…
Γ. Α. : Σ’ ένα έργο μόνο…
Β. Β. : Και μετά, ζείτε από τότε στο Παρίσι…
Γ. Α. : Ναι, κάποια χρόνια μετά ζω στο Παρίσι.
Β. Β. : Έχουμε το βιβλίο. Ένα μυθιστόρημα, που θα το έλεγα, κύριε Μαρκάτο, αστυνομικής πλοκής που διαπραγματεύεται για μένα το μεγάλο θέμα της λογοτεχνίας που είναι ο σωσίας. Είναι από τον Ντοστογιέφσκι και μετά, ο σωσίας είναι το μεγάλο θέμα της λογοτεχνίας, δηλαδή το διπλό… Το διπλό… Το λέει κάπου μέσα στο βιβλίο με μια γαλλική λέξη το dédoublement που εννοεί τον διχασμό της προσωπικότητας και που στην πραγματικότητα εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν φοιτητή… κύριε Μαρκάτο, μπορείτε να μας το πείτε με δυο λόγια;
Νίκος Μαρκάτος : Ναι λοιπόν, με δυο λόγια. Εγώ νομίζω πως το βιβλίο αυτό λέει και πολλά άλλα πράγματα. Ένας Έλληνας, λοιπόν, ζει στη Γαλλία χρηματοδοτούμενος, για έξη χρόνια, από το ταμείο ανεργείας, χωρίς να κάνει τίποτα. Καλείται μια μέρα από την Αστυνομία και ο επιθεωρητής αφού του κάνει παρατηρήσεις για το πως ανέχεται να μην κάνει τίποτα όλα αυτά τα χρόνια και να φυτοζωεί χωρίς τις ανέσεις που έχουμε όλοι εμείς οι μικροαστοί και μεσοαστοί, του προτείνει να ασχοληθεί με τα αίτια της αυτοκτονίας ενός έλληνα φοιτητή που σπούδαζε θέατρο και είχε αφήσει και τη μελέτη του ατέλειωτη. Μελέτη περί θεάτρου. Ο επιθεωρητής του λέει ότι με δικιά του πρόταση ιδρύθηκε μια υπηρεσία στην Αστυνομία. « Υπηρεσία Ευρωπαϊκών Δικαιωμάτων » για χώρες τηε ΕΟΚ η οποία είναι μια καταπληκτική Αστυνομία διότι αναζητεί μόνον τα αίτια χωρίς να ενδιαφέρεται να τιμωρήσει ή να κρίνει τους ανθρώπους. Μετά από ενδοιασμούς, που κυρίως έχουν να κάνουν με την άρνηση του Έλληνα να συνεργαστεί με την Αστυνομία, δέχεται, αφού κάνει και κατ’ ιδίαν κάποια σχόλια για το πως χαλάει ένας άνθρωπος όταν το κακό αποφασίζει να τον παρασύρει… Το κακό είναι ένα ωραίο αυτοκίνητο, μια ωραία μπουτίκ, μια ωραία κοπέλα… Αναλαμβάνει την υπόθεση και σιγά-σιγά μπαίνει στη ζωή, τη σκέψη και την κουλτούρα αυτού του ανθρώπου…
Β. Β. : …του φοιτητή…
Ν. Μ. : …του φοιτητή…
Β. Β. : …του νεκρού…
Ν. Μ. : …του νεκρού…
Β. Β. : …του αυτοκτονήσαντος…
Ν. Μ. : …του αυτοκτονήσαντος… και φτάνει να βλέπει με δικά του μάτια το καθετί και να σκέφτεται όπως αυτός. Καταλήγει μάλιστα να γίνει και ο ίδιος φοιτητής και να ασχοληθεί με το δικό του θέμα μελέτης κάνοντας διδακτορικό με θέμα για « Το θέατρο στην καθημερινή ζωή »… Όταν πηγαίνει να εξεταστεί στο διδακτορικό του έρχεται ο επιθεωρητής ο οποίος και του ανακοινώνει ότι ποτέ δεν αυτοκτόνησε ο φοιτητής κι ότι ο ίδιος δεν είναι επιθεωρητής αλλά « σκηνοθέτης της ζωής » και ενδιαφέρεται για την άποψη των απλών πολιτών ώστε να χτιστεί αυτή η Ενωμένη Ευρώπη. Εφαρμογή προγράμματος συμπεριφοράς ευρωπαίων πολιτών. Στην προσπάθειά του λοιπόν να βγάλει από την ανυπαρξία αυτό το άτομο που είχε αποδεχθεί να ζει χωρίς να κάνει τίποτα, στην προσπάθειά του να τον μεταβάλλει σε χρήσιμο ευρωπαίο πολίτη, σκέφτηκε αυτή την αυτοκτονία. Κι έτσι ο Έλληνας αντέδρασε και δραστηροποιήθηκε. Το τελευταίο κεφάλαιο να μου επιτρέψετε να μην το πω γιατί αποτελεί μία κορύφωση και επομένως θα το αφήσω στους αναγνώστες που θα το διαβάουν…
Β. Β. : Έτσι, πολύ ωραία… Να σας έχω πολύ συχνά στην εκπομπή κύριε Μαρκάτο Εσείς είστε καταπληκτικός…
Ν. Μ. : Ευχαριστώ. …αν και πιστεύω η απρόοπτη λύση που δίνει στο τέλος αναβαθμίζει το όλο κείμενο και το οδηγεί σε μια συνύπαρξη οράματος, προσπάθειας αλλά και ονείρου…
Β. Β. : Τώρα θάθελα να μου πείτε κύριε Μαρκάτο τα άλλα θέματα που θίγει το βιβλίο. Διηγηθήκατε πάρα πολύ καλά το story.
Ν. Μ. : Εκτός από αυτό που είπατε: Άραγε μια ταυτότητα και μια κάρτα παραμονής φτιάχνουν ένα άθρωπο; Τελικά μπορεί και να τον φτιάχνουν… Θίγει όμως θέματα της Μεγάλης Ιδέας της Ενωμένης Ευρώπης… Τι μέσα χρησιμοποιεί κανείς για να φτιάξει αυτή την ιδέα που έχει καταστρέψει και πολλούς άλλους πολιτισμούς και πολλούς άλλους ανθρώπους. Εδώ δηλαδή έχουμε και την κοπέλα, η οποία κοπέλα έχει τρία εξώγαμα απλώς και μόνο επειδή ετέθη εις την διάθεση της Μεγάλης Ιδέας της Ενωμένης Ευρώπης. Εγώ το θεωρώ πάρα πολύ σημαντικό αυτό. Από την άλλη τον τρόπο με τον οποίο κάποιος στην κοινωνία μας δεν μπορεί να ζει όπως ο ίδιος θέλει. Ο έλληνας αυτός φοιτητής ζούσε έξι χρόνια στην αφάνεια. Δεν υπήρχε. Παρόλα αυτά το αυτοκίνητο που είδε, η κοπέλα και το κοστούμι… δεν θυμάμαι… τα παπούτσια μάλλον… τα παπούτσια τα γνωστά τον αναγκάζουν να θέλει να συνεργαστεί…
Β. Β. : Τι μάρκα; Weston! Weston! Τα παπούτσια Weston!
Ν. Μ. : Weston! …και να συνεργαστεί με την Αστυνομία. Κάτι που εξαρχής αυτός το θεωρούσε τελείως αδιανότητο για τον εαυτό του. Οι μηχανισμοί οι καταναλωτικοί… η κοινωνία της αγοράς πως μπορεί να διεστραβλώσει την ελευθερία της βούλησης και την ελευθερία της επιλογής. Πάρα πολύ σημαντικό.
Β. Β. : Και τώρα θάθελα να ρωτήσω την κυρία Άλκη Ζέη, που έχει ζήσει στο Παρίσι, πάρα πολλά χρόνια. Εσείς πως εισπράξατε…
Άλκη Ζέη : Εγώ χάρηκα το βιβλίο, όχι για τα μεγάλα θέματα που είπε ο κύριος Μαρκάτος αλλά για τις μικρές λεπτομέρειες που ήτανε σα να ζούσα στο Παρίσι. Δηλαδή την ουρά που κάνεις την ατέλειωτη με έναν αριθμό που σου δίνουν για να πάρεις την κάρτα διαμονής που πας μια φορά. Στην αρχή σου δίνουνε ένα μήνα, μετά τρεις μήνες, μετά έξι… Πρέπει να πας ξημέρωμα, δεν ξέρω γιατί, για να κάνεις την τεράστια ουρά. Το πως σε αντιμετωπίζουν. Πάρα πολύ γέλασα με μια άλλη λεπτομέρεια που είναι ένας Έλληνας που είναι στο Παρίσι καιρό κι αυτό… η Ελληνίδα… δεν θυμάμαι η γυναίκα, η οποία έχει εκστασιαστεί με τους φούρνους. Μυρίζουνε… οι φούρνοι και θυμήθηκα εγώ κάποια που ζούσε στο Παρίσι ήδη καιρό… και περίμενα να μου πει… αυτή δεν είχε έρθει ποτέ στο Παρίσι… και μου λέει: Όπου και να πας Crédit Lyonnais! Crédit Lyonnais! Την είχε εντυπωσιάσει που υπήρχανε πολλές Crédit Lyonnais. Που πάει ο Έλληνας και ξιπάζεται με κάτι μικρά πράγματα. Και νομίζω ότι έχω ανέβει τα σκαλιά να βρω την διευθύντρια του εκδοτικού οίκου που είναι η ίδια…
Β. Β. : Γι αυτό θάθελα να πείτε κάτι, διότι το βιβλίο ασχολείται και με αυτό το θέμα… Ποιο είναι;
Α. Ζ. : Που πας και σου λένε : Διηγήματα; Λες και τους έχει δώσει κάτι φοβερό… δηλαδή ούτε και ν’ακούσουν. Ο Τσέχωφ δεν θα ζούσε αυτήν την εποχή.
Β. Β. : Δηλαδή πρέπει να πούμε στους θεατές μας πως μία από τις παραμέτρους, ότι αυτός ο φοιτητής που αυτοκτόνησε έχει αφήσει κάτι μικρά διηγήματα και ο αφηγητής που υποδύεται το ρόλο του τα παίρνει να τα πάει σ’ ένα γάλλο εκδότη κι εκεί γίνεται αυτή η συζήτηση που θα τη διαβάσουμε… θα τη διαβάσουμε διότι αφορά άμεσα την εκπομπή μας. (αλλά δεν την διαβάζουμε!!!)
Α. Ζ. : Εμείς ως συγγραφείς έχουμε περάσει από όλα αυτά…
Β. Β. : Κυρία Καρυστιάνη, εσείς θάθελα να μου πείτε…
Ιωάννα Καρυστιάνη : Θάθελα να πω κι εγώ κάτι… Είναι σαν ο κύριος Αλεξανδρινός να μας ζήτησε πολλά ραντεβού και δεν μας έστησε σε κανένα. Μιλάω για τον τρόπο γραφής του βιβλίου. Υπάρχουν μέσα, το αστυνομικό γαλλικό φίλμ, υπάρχει το αστυνομικό μυθιστόρημα, το θρίλερ, υπάρχει ο Ντιντερό και το δοκίμιο του για τους ηθοποιούς, που συμπτωματικά το είχα διαβάσει δυο μήνες πριν, υπάρχουν μέσα διηγήματα, ατόφια και υπέροχα… Ου χαμένους! Ένα ποίημα. Ο χαμένος… δηλαδή με την προφορά του θεσσαλικού κάμπου… Και αισθάνθηκα… λέω όλοι αυτοί οι διαφορετικοί τρόποι γραφής, ενώ θα μπορούσε να είναι μπούμεραγκ και κάποια στιγμή να μπερδέψουν τον αναγνώστη του βιβλίου δεν λειτουργούν καθόλου έτσι. Εσείς είστε όλοι πολύ τυχεροί έχετε ζήσει και πολύ καιρό στο Παρίσι εγώ έχω έρθει μόνο σαν επισκέπτρια μια-δυο φορές… Βέβαια τους φούρνους και να μη θες με τις μυρουδιές και μ’όλα αυτά…
Β. Β. : Δε μου λέτε, σαν οδηγός του Παρισιού θα σας χρησίμευε;
Ι. Κ. : Άριστος… Άριστος…
Β. Β. : Δηλαδή να το έχεις αυτό το βιβλίο και να ακολουθείς τους δρόμους που λέει, δεν χρειάζεται να πάρεις τουριστικό οδηγό…
Ι. Κ. : …και να φαντάζεσαι… δεν είναι ανάγκη όλα να υπάρχουν στην πραγματικότητα…
Β. Β. : Υπάρχουν όλα… υπάρχουν
Α. Ζ. : Όλα υπάρχουν.
Β. Β. : Δηλαδή πέρα από όλα αυτά που είπατε είναι κι ένας οδηγός για τους δρόμους και τις τοποθεσίες του Παρισιού.
Ι. Κ. : Και γι’ αυτούς που δεν θα πάνε ποτέ έχει αξία πάντως… που δεν θα πάνε ποτέ στο Παρίσι.
Ν. Μ. : Να μην ξεχάσουμε και τα κοινωνικά μηνύματα και τις προτεραιότητες που δίνονται. Τα δύο βασικά. Η Παιδεία… διότι η Σορβόνη… Η Παιδεία και το ενδιαφέρον για τους άλλους. Έστω κι αν αυτό διαχέεται μέσω της ευρωπαϊκής επιτροπής των πολιτών κτλ είναι τελείως ξεκάθαρο δύο κοινωνικές προτεραιότητες για αναμόρφωση είναι και η Παιδεία και το ενδιαφέρονγια τους άλλους, επιτέλους… Και η μίξη ονείρου, οράματος και προσπάθεια για να δημιουργήσει κανείς μια πραγματικότητα μέσα στην οποία αυτός ο ίδιος αξίζει να ζει.
Β. Β. : Αυτό που λέτε για την Παιδεία… Θάθελα να διαβάσω ένα μικρό κομματάκι που λέει στο δέκατο κεφάλαιο : Στο μάθημα.
«Παρίσι ΙΙΙ. Νέα Σορβόννη», γράφει πάνω στην είσοδο. Σα να είναι πινακίδα κάποιας εταιρείας. Νέα Σορβόννη, όπως νέα φυτίνη, νέο απορρυπαντικό, νέα κουλτούρα. Ένα σύγχρονο, συνηθισμένο, άσχημο κτίριο, χωρίς καμία ιδιαίτερη αρχιτεκτονική. Δεν έχει ούτε τη σοβαρότητα ούτε τη γοητεία της παλιάς, της άλλης, της παραδοσιακής Σορβόννης. Υποκατάστατο. Ένα γκέτο για να μαντρώνουν εκείνους, φοιτητές και καθηγητές, που δεν μπορούν να βρούνε θέση στην άλλη Σορβόννη. Το επίθετο «νέα» μπορεί να ερμηνευθεί κι ως παρακατιανή.
Είναι καίριο αυτό! Και… Όμως… Εσείς επιμείνατε κάτι για το αστυνομικό. Αυτό με ενδιαφέρει εμένα. Πως σιγά-σιγά, ο άνθρωπος αυτός, ο αφηγητής, παίρνει τη νοοτροπία, τα ρούχα, τον αριθμό λογαριαμού της Τράπεζας, το διαμέρισμα αυτουνού που δεν υπάρχει πια.
Ι. Κ. : Κατ’ αρχήν ο συγγραφέας το πετυχαίνει αυτό διότι πρέπει να ξέρει πολύ καλά το γαλλικό αστυνομικό κινηματογράφο και στα διηγήματα και στη σχετική φιλολογία. Πρώτη φορά σας βλέπω σήμερα, αλλά νομίζω ότι πρέπει να τα ξέρετε πολύ καλά, από μερικές ευαίσθητες παρατηρήσεις και ενδυματολογικές, ας πούμε… Το γαλάζιο πουκάμισο με τη ροζ ρίγα…
Β. Β. : Ακριβώς…
Γ. Α. : Ο κύριος Βασιλικός στην παρουσίασή του είπε πως έχω σπουδάσει θέατρο και υπήρξα για ένα σύντομο διάστημα ηθοποιός, αλλά ξέχασε να αναφέρει ότι έχω σπουδάσει κινηματογράφο στο Παρίσι και ότι στόχος μου και επιθυμία μου είναι να κάνω κινηματογράφο…
Ι. Κ. : …Δύσκολη εποχή…
Γ. Α. : Το ξέρω… για όλους…
Β. Β. : Από που κατάγεστε κύριε Αλεξανδρινέ;
Γ. Α. : Απ’ τα Γρεβενά.
Β. Β. : Πωωωπ… Δηλαδή…
Ν. Μ. : Κι εγώ όταν πήγα στο Λονδίνο, δεν πήγα για διδακτορικό πήγα για κινηματογράφο, αλλά μετά αποφάσισα… Ο ψιλικατζής ο νους που λέει ο Καζαντζάκης… που σε κάνει και χάνεις την ομορφιά της ζωής για τη λογική… κι έτσι έκανα διδακτορικό…
Γ. Α. : Επίσης κάτι άλλο που με βοήθησε σ’αυτό το μυθιστόρημα είναι αυτό που αναφέρατε εσείς, η μελέτη του Παράδοξου του ηθοποιού του Ντιντερό.
Β. Β. : Είναι το κλειδί…
Γ. Α. : Είναι το κλειδί…
Β. Β. : Είναι το κλειδί του βιβλίου. Τι είναι αυτό το παράδοξο να το πούμε στους τηλεθεατές; Με μια φράση πως το λέει ο Ντιντερό;
Ν. Μ. : Η έλλειψη ευαισθησίας οδηγεί σε πολύ καλούς ηθοποιούς…
Γ. Α. : Ο Ντιντερό αναρωτιέται αν ο ηθοποιός ταυτίζεται με τον ρόλο ή τον παίζει εγκεφαλικά ελέγχοντας τον εαυτό του…
Ι. Κ. : …τα εκφραστικά του μέσα…
Γ. Α. : …τα εκφραστικά του μέσα…
Β. Β. : Και ποιο από τα δύο υποστηρίζει ο Ντιντερό;
Ι. Κ. : Το δεύτερο.
Γ. Α. : Ο Ντιντερό υποστηρίζει πως θα πρέπει να παίζει κανείς εγκαφελικά…
Β. Β. : Με ποιο επιχείρημα; Ότι δεν μπορεί να συγκινείται σε κάθε παράσταση.
Γ. Α. : Ακριβώς.
Ν. Μ. : Εγώ έχω και παράδειγμα τον Λόρενς Ολιβιέ…
Ν. Μ. : Και στην Ελλάδα έχουμε πολύ καλούς ηθοποιούς που είναι έτσι…
Β. Β. : Αυτό λοιπόν είναι το κλειδί του βιβλίου, έτσι; Πολύ καλά κάνετε και αναφέρετε ότι το διαβάζει πρώτη φορά στο περιοδικό Θέατρο του Κώστα Νίτσου.
Γ. Α. : Σε μετάφραση Τάκη Δραγώνα.
Β. Β. : Και το λέτε μέσα και είναι και μία οφειλόμενη τιμή στον κύριο Νίτσο, όπου προχτές διάβαζα…
Γ. Α. : Ακριβώς.
Β. Β. : …ότι παρουσιάστηκε ένα άπαικτο έργο της κρητικής αναγέννησης, ως να παρουσιάζεται πρώτη φορά, ενώ λέει εγώ το παρουσίασα στο περιοδικό μου…
Γ. Α. : Ήταν το καλύτερο ελληνικό περιοδικό.
Β. Β. : …ο κύριος Νίτσος είναι το κλειδί στην ιστορία του… Κυρία Ζέη συμφωνείτε;
Α. Ζ. : Απολύτως.
Β. Β. : Λέτε για το παράδοξο του Ντιντερό και μετά… Μία ερώτηση εγώ ήθελα να σας κάνω και τελειώνω. Ένα σημείο που δεν κατάλαβα στο καθαρά αστυνομικό του. Όταν αυτός πάει στην τράπεζα που ο υποτιθέμενος φοιτητής που αυτοκτόνησε είχε το λογαριασμό του, δίνει ένα chèque λέτε από το μπλοκ επιταγών… αυτό είναι στο όνομα το δικό του; γιατί έχει και το μπλοκ επιταγών και του φοιτητή ή είναι στο όνομα του φοιτητή;
Γ. Α. : Είναι στο όνομα του φοιτητή. Όταν δίνει ένα chèque στην τράπεζα, όταν  βάζει λεφτά στο λογαριασμό του φοιτητή είναι ένα chèque δικό του το οποίο βάζει στον λογαριασμό με το όνομα του φοιτητή.
Β. Β. : Α! Με το όνομα του φοιτητή. Γράφει επάνω το όνομα του φοιτητή.
Γ. Α. : Αλλά στο βιβλίο δεν έχει όνομα ούτε ο φοιτητής, ούτε ο αφηγητής.
Β. Β. : Αυτό είναι… Πρακτικά πως θα γίνει αυτό;
Γ. Α. : Πρακτικά… δεν τα λέω τα ονόματα επίτηδες γιατί θέλω να γίνει το μπέρδεμα, να αναρωτιέται κανείς ποιος είναι ο αφηγητής, ποιος είναι ο φοιτητής…
Β. Β. : Ήθελε ο κύριος Μαρκάτος να ρωτήσει κάτι στην κυρία Καρυστιάνη, λοιπόν, επειδή πλησιάζουμε στο τέλος της εκπομπής…
Ν. Μ. : Γιατί η Κυρία Κατάκη; Τίτλος.
Ι. Κ. : Δεν σας αρέσει; ε!
Β. Β. : Δεν το λέω έτσι… Απλώς δε νομίζω ότι είναι το γενικότερο σύνολο του βιβλίου.
Ι. Κ. : Να σας πω κάτι… επειδή είναι άνθρωποι καθημερινοί όλοι αυτοί… Η κυρία Κατάκη είναι ένα επώνυμο που είναι πολύ συνηθισμένο. Είχα μια καθηγήτρια φυσικομαθηματικό που λεγόταν η κυρία Κατάκη, ένας άλλος φίλος μου είχε μια καθηγήτρια γυμαναστικής, η γειτόνισσά μου είχε μια κομμώτρια στη Σπάρτη. Είναι έν επώνυμο που… όλοι μας ξέρουμε κάποια κυρία Κατάκη που μπορεί και να μην θυμόμαστε και το μικρό της όνομα… Οι άνθρωποι είναι τέτοιοι μέσα εκεί… οι εννέα ήρωες είναι τέτοιοι… υπάρχουν και δεν υπάρχουνε…
Β. Β. : Είναι απλοί καθημερινοί άνθρωποι.
Ι. Κ. : Κάποιοι από αυτούς μπορεί να είναι θεατές της Ρούλας αναποδογυρισμένοι…
Β. Β. : Εγώ θέλω να πω ότι δεν είπαμε τίποτα για τον τρόπο γραφή σας, που είναι κι αυτός…
Ν. Μ. : Αυτό που ήθελα να πω εγώ τώρα… Θα ρώταγα τη δεύτερη ερώτηση: Γιατί τόσο αγχώδης;
Β. Β. : Ποιος;
Ν. Μ. : Ο τρόπος γραφής…
Ι. Κ. : Κατ’ αρχήν εγώ είμαι πολύ νευρωτική, αγχώδης και στενάχωρη
Ν. Μ. : Είναι αυτό ή είναι μια προσπάθεια να δοθεί ένα φόρματ δημοσιογραφικό στο όλο στυλ;
Ι. Κ. : Καθόλου.
Ν. Μ. : Καθόλου
Ι. Κ. : Να σας πω πως αισθάνθηκα…
Ν. Μ. : Είναι αγχώδης το γράψιμο.
Ι. Κ. : …Αυτοί οι άνθρωποι δεν μιλούν πάντα. Κάποια στιγμή ανοίγουν το στόμα τους και ξεφουρνίζουν τη δυστφορία τους και το πρόβλημά τους. Όλοι οι άνθρωποι δεν μιλάνε με τον ίδιο τρόπο. Δεν αποφασίζουν να πούνε κάτι για τον εαυτό τους με τον ίδιο τρόπο. Άλλος τα λέει καθαρά και ξάστερα και σταράτα. Άλλος δεν τα λέει ποτέ. Άλλος με τα χίλια ζόρια. Άλλος θέλει να πει άσπρο και του βγαίνει μαύρο. Άλλος μιλάει με αγχώδη τρόπο γιατί φοβάται αν τον διακόψουν θα πάθει πανικό και θα σταματήσει να εξομολογείται. Και άλλος βγάζει τις λέξεις κόμπο-κόμπο σα να τιμωρεί τον εαυτό του που παίρνει και το θάρρος να ομολογήσει και να πει κάποια πράγματα. Γιατί δεν είναι σε όλες τις ιστορίες ο ίδιος τρόπος γραφής. Έτσι δεν είναι; Νομίζω…
Β. Β. : Εγώ θα ήθελα να πω κύριε Μαρκάτο, δεν υπάρχει σαν ορολογία αγχώδες γράψιμο. Ασυνεχές ναι, είναι ο προφορικός λόγος στην έντυπή του μορφή.
Ν. Μ. : Εγώ τουλάχιστον ως αναγνώστης και μη όντας στον κύκλο γενικά των λογοτεχνών θα ήθελα να πω πόσο εξαιρεικά είναι και τα τρία βιβλία. Μου έδωσαν την ευκαιρία πραγματικά, μετά από πολύ καιρό να διαβάσω τέτοια πλούσια βιβλία, σε πλοκή, σε γλώσσα και σε ενδιαφέρον. Το δικό σας μου θύμισε επίσης και θεατρικούς μονολόγους κι αναρωτιέμαι μήπως θα έπρεπε να το εκδώσετε και έτσι.
Β. Β. : Αυτό είναι πολύ ωραία ιδέα.
Γ. Α. : Θα το ανεβάσει ο Κώστα Τσιάνος, στο Θεσσαλικό…
Β. Β. : Τι;
Γ. Α. : Θα ανεβάσει πέντε διηγήματα.
Ν. Μ. : Άρα είχα δίκιο βλέποντάς το κι έτσι.
Β. Β. : Αγαπητοί τηλεθεατές σας ευχαριστούμε που μας παρακολουθήσατε.