Κ. Π. Καβάφης
Ἡ Πόλις
Εἶπες· «Θὰ πάγω σ’ ἄλλη γῆ, θὰ πάγω σ’ ἄλλη θάλασσα.
Μιὰ πόλις ἄλλη θὰ βρεθεῖ καλλίτερη ἀπό αὐτή.
Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη εἶναι γραφτή·
κ’ εἶν’ ἡ καρδιά μου – σὰν νεκρὸς – θαμένη.
Ὁ νοῦς μου ὥς πότε μὲς στὸν μαρασμὸν αὐτὸν θὰ μένει.
Ὃπου τὸ μάτι μου γυρίσω, ὃπου κι ἄν δῶ
ἐρείπια μαῦρα τῆς ζωῆς μου βλέπω ἐδῶ,
ποὺ τόσα χρόνια πέρασα καὶ ρήμαξα καὶ χάλασα».
Καινούριους τόπους δὲν θὰ βρεῖς, δὲν θἄβρεις ἄλλες θάλασσες.
Ἡ πόλις θὰ σὲ ἀκολουθεῖ. Στοὺς δρόμους θὰ γυρνᾶς
τοὺς ἲδιους. Καὶ στὲς γειτονιὲς τὲς ἲδιες θὰ γερνᾶς·
καὶ μὲς στὰ ἲδια σπίτια αὐτὰ θ’ ἀσπρίζεις.
Πάντα στὴν πόλι αὐτὴ θὰ φθάνεις. Γιὰ τὰ ἀλλοῦ – μὴ ἐλπίζεις –
δὲν ἒχει πλοῖο γιὰ σέ, δὲν ἒχει ὁδό.
Ἒτσι ποὺ τὴ ζωή σου ρήμαξες ἐδῶ
στὴν κώχη τούτη τὴν μικρή, σ’ ὅλην τὴν γὴ τὴν χάλασες.
1910