Σταρ
Διήγημα του Γιώργου Αλεξανδρινού
από τη συλλογή Νυχτώνει στα Γρεβενά
Κινηματογράφος.
Τι άλλο θα μπορούσε να είναι με τέτοιο όνομα;
Θερινός. Μόνον θερινός.
Στην κεντρική πλατεία της πόλης.
Ήμουν παιδί.
Σταρ σημαίνει αστέρι, στα αγγλικά.
Το ξέρω πως το ξέρετε, αλλά εγώ, τότε, παιδί, δεν το ήξερα.
*
Ήμουν παιδί και το είχα σκάσει από ένα χέρι που με κρατούσε, από κάποιον που με πρόσεχε. Και ήταν μια καλοκαιρινή μεσογειακή νύχτα γεμάτη από κάτι που όπως θα μάθαινα αργότερα το λένε ηδονή. Ελεύθερος και γεμάτος περιέργεια δρασκέλισα το κατώφλι μιας μεγάλης εισόδου που με προσκαλούσε. Η περιέργεια μου μεγάλωσε καθώς είδα ανθρώπους καθισμένους σε πάνινες θερινές καρέκλες, να κοιτάζουν, μέσα σε μια κατανυκτική σιωπή, προσηλωμένοι, μπροστά με το βλέμμα ελαφρώς υψωμένο.
Σήκωσα τα μάτια μου και κοίταξα προς την κατεύθυνση που εκείνοι κοίταζαν. Και τότε τρόμαξα. Μαρμάρωσα και ταυτόχρονα κατάλαβα την προσήλωσή τους. Το τεράστιο κεφάλι μιας μελαχρινής γυναίκας και οι ώμοι της γυμνοί. Το υπόλοιπο του κορμιού της δεν φαινόταν. Είχε ένα άγριο βλέμμα κι έμοιαζε οργισμένη. Και κάτι έλεγε σε μια γλώσσα που δεν καταλάβαινα. Καθώς μιλούσε κάποια σημάδια εμφανίζονταν στο κάτω μέρος της οθόνης, οι υπότιτλοι, όπως θα μάθαινα αργότερα, αλλά εγώ τότε δεν ήξερα να διαβάζω. Πάλι αργότερα κατάλαβα πως πρέπει να μιλούσε ιταλικά και θα ήταν σίγουρα μία από τις ιταλίδες σταρ του καιρού εκείνου.
Καθώς κοίταζα τρομαγμένος και συνάμα μαγεμένος εκείνη την τεράστια εικόνα να κινείται άκουσα πίσω μου κάποιον, κι εκείνος οργισμένος, να λέει:
― Πώς μπήκε μέσα, αυτό;
Το «αυτό» ήμουν εγώ, καθότι παιδί.
Ταυτόχρονα μ’ αρπαξε στα χέρια του, με σήκωσε, μ’ έφερε μέχρι την είσοδο κι εκεί με άφησε στο πεζοδρόμιο χωρίς τίποτε να πει. Βρισκόμουν πάντα μέσα σ’ ένα σύννεφο μαγείας χωρίς να καταλαβαίνω ολότελα τι μου συνέβαινε. Και τότε το χέρι που με κρατούσε πριν, έσφιξε πάλι το χέρι μου, χαρούμενο που με ξαναβρήκε.
Ακόμα και σήμερα αισθάνομαι πως, όπως τόσες και τόσες φορές αργότερα, είχα χαθεί για πρώτη φορά μέσα στον κινηματογράφο, μέσα σε μιαν άλλη διάσταση, εγκαταλείποντας τούτη τη γήινη, ταπεινή, πεζή, γελοία ζωή, είχα μπει μέσα στο όνειρο, μέσα στη φαντασία και στο εξής εκεί θα υπέφερα κι εκεί θα σπαταλούσα το υπόλοιπο της ζωής μου. Η μοίρα μου είχε καθορισθεί εκείνο το βράδι.
Υποθέτω πως το έργο πρέπει να ήταν ακατάλληλο γι’ αυτό ίσως και να ανησύχησε ο υπάλληλος του κινηματογράφου.
*
Πόσο θα ήθελα να τη ξαναγυρίσω αυτήν τη σκηνή… Να νιώσω ξανά εκείνη την πρώτη κινηματογραφική μαγεία του θερινού κινηματογράφου της γενέθλιας πόλης. Αλλά από εκείνα τα χρόνια θυμάμαι κάποια μικρά αποσπάσματα και τα κομμάτια του παζλ που λείπουν είναι περισσότερα από εκείνα που έχω. Δεν μπορώ να κάνω κάποια ολοκληρωμένη σύνθεση με το υλικό που η μνήμη μου διαθέτει.
*
Και είναι οι αναμνήσεις μου αυτές σαν κάποια πλάνα από μια ταινία που χάθηκε και της οποίας ούτε καν τον τίτλο δεν ξέρουμε. Αλλά, μήπως δεν έχει χαθεί ολότελα η ταινία των παιδικών μου χρόνων;
*
Ύστερα οι νεώτεροι γεννήθηκαν και μεγάλωσαν με την τηλεόραση και δεν γνώρισαν την ηδονή των θερινών κινηματογράφων. Ανακάλυψαν την αφήγηση των εικόνων στη μικρή γυάλινη οθόνη της τηλεόρασης και δεν αφέθηκαν να ταξιδέψουν μέσα σε μια συλλογική συγκίνηση, μέσα σε συλλογικές ανάσες, μέσα σε συλλογικούς αναστεναγμούς, μέσα σε συλλογικά θαυμαστικά.
*
Σήμερα τα παιδιά δεν κινδυνεύουν να χαθούν μέσα σε μια οθόνη κινηματογράφου στη γενέθλια πόλη διότι δεν υπάρχουν κινηματογράφοι πια. Χάνονται μέσα σε άλλες, ηλεκτρονικές, οθόνες, ο χαμός τους δεν έχει καμιά γοητεία, καμιά μαγεία και οι εικόνες που τους συντροφεύουν είναι συνήθως συνθετικές δεν είναι ασπρόμαυρες, μελαχρινές, μοιραίες, ιταλίδες σταρ.