Αστυνομικό μυθιστόρημα που υπερβαίνει το είδος 

Συνδυασμός ρεαλισμού και φαντασίας στο πρώτο βιβλίο του Γιώργου Αλεξανδρινού
Γιώργος Αλεξανδρινός : «Ένας έλληνας φοιτητής αυτοκτόνησε στο Παρίσι»

Ο Ντενί Ντιντερό (1713-1784) αρχίζει να γράφει το «Παράδοξο του ηθοποιού» στην Ολλανδία το 1773 για να το ολοκληρώσει το 1777. Το ανατρεπτικό αυτό κείμενο δημοσιεύεται πενήντα ολόκληρα χρόνια μετά για να προκαλέσει έκτοτε ποικίλες αντιδράσεις ως προς τις απόψεις του μεγάλου γάλλου φιλοσόφουγια τον ηθοποιό. Τι σχέση όμως μπορεί να έχει το «Παράδοξο του ηθοποιού» του γάλλου εγκυκλοπαιδιστή με το μυθιστόρημα ενός πρωτοεμφανιζόμενου έλληνα συγγραφέα; Όπως θα διαπιστώσει όποιος το διαβάσει, μεγάλη, αφού βασίζεται, κατά πολύ, ακριβώς στο «παράδοξο του ηθοποιού», δηλαδή στο παράδοξο του φαίνεσθαι, στο παράδοξο του προσώπου και του προσωπείου, στο παράδοξο, εν τέλει, της τέχνης της μυθοπλασίας. Αλλά για να λυθεί το αίνιγμα, ο λόγος για το πρώτο μυθιστόρημα του Γιώργου Αλεξανδρινού «Ένας έλληνας φοιτητής αυτοκτόνησε στο Παρίσι».
 Η, κατά τα φαινόμενα, υπόθεση του μυθιστορήματος έχει ως εξής: Ένας Έλληνας που πήγε για σπουδές στο Παρίσι έχει ξεμείνει εκεί και κυριολεκτικά φυτοζωεί από τα επιδόματα ανεργίας του γαλλικού κράτους πρόνοιας. Ακριβώς τότε τον καλούν από τη γαλλική αστυνομία να περάσει από το γραφείο του επιθεωρητή Τριφό, ένα κακό αντίγραφο του Αλέν Ντελόν των φιλμ νουάρ και θαυμαστή του Ζορζ Σιμενόν. Ο εν λόγω επιθεωρητής του ζητάει να αναλάβει να μάθει τους λόγους που οδήγησαν έναν έλληνα φοιτητή που στην Ελλάδα ήταν ηθοποιός και στο παρίσι σπούδαζε θεατρολογία ετοιμάζοντας μια μεταπτυχιακή εργασία πάνω στο «Παράδοξο του ηθοποιού» του Ντιντερό. Πίσω του έχει αφήσει μόνο την αστυνομική του ταυτότητα και μερικά διηγήματα. Όσο για το όψιμο ενδιαφέρον του επιθεωρητή Τριφό συνοψίζεται στο ότι, αφενός ανήκει στη νεόκοπη Ανθρωπιστική Ευρωπαϊκή Αστυνομία, η οποία μεριμνά για την ευτυχία των υπηκόων της Κοινότητας, και, αφετέρου, ότι η Ελλάδα είναι το «πιο προβληματικό μέλος» της.
Ο έλληνας μετανάστης και πρώην φοιτητής, παίρνοντας υπόψη του και τα πλουσιοπάροχα ECU που του δίνει ο Τριφό, δέχεται την πρόταση και ρίχνεται με ζέση να διελευκάνει την «υπόθεση». Ως εδώ το μυθιστόρημα του Γιώργου Αλεξανδρινού παραπέμπει στο είδος του μυθιστορήματος που επιτυχώς εξέθρεψε ο αγαπημένος συγγραφέας του επιθεωρητή Τριφό, ο Σιμενόν. Στο αστυνομικό. Είναι όμως;
Ας αρχίσουμε από τον ήρωα και αφηγητή της ιστορίας. όσο εμπλέκεται στην περιπέτεια της ανακάλυψης των λόγων της αυτοκτονίας του έλληνα φοιτητή τόσο ταυτίζεται μ’αυτόν. Μπαίνει στο διαμέρισμα του, εγκαθίσταται σ’αυτό, φοράει τα ρούχα του, διαβάζει τα βιβλία του, αποφασίζει να συνεχίσει την εργασία του πάνω στο «Παράδοξο του ηθοποιού» ανανεώνει την εγγραφή του στο Πανεπιστήμιο, αλλά και την ταυτότητά του. Μ’ένα λόγο αρχίζει να τον υποδύεται τόσο καλά ώστε σε κάποια στιγμή της αφήγησης να μη γνωρίζει ποιος ακριβώς είναι. Ο έλληνας μετανάστης ή ο έλληνας φοιτητής; Ο αφηγητής ή ο ήρωάς του;
Ο Γιώργος Αλεξανδρινός με το ευφυές μυθιστόρημά του στήνει στον αναγνώστη αλλεπάλληλες παγίδες, καθώς παίζει διαρκώς το παιχνίδι των ρόλων, στηριζόμενος στο παράδοξο της «μίμησης» της ζωής από την τέχνη με όπλα τη φενάκη ή την ψευδαίσθηση.
Όσο για τους λόγους της αυτοκτονίας του έλληνα φοιτητή, κρύβονται πίσω από τις γραμμές των διηγημάτων του και δεν είναι παρά το παράδοξο της κρίσης της ταυτότητας ενός ξένου, ενός Έλληνα στην προκειμένη περίπτωση, που κουβαλά πίσω του ένα ενδοξότατο παρελθόν, το οποίο όως -φευ- δεν έχει καμία σχέση με το παρόν της χώρας του και που δεν μπορεί να «φορέσει» το προσωπείο που του επιβάλλει η πραγματικότητα μιας άλλης από τη δική του χώρα.
Το μυθιστόρημα του Γιώργου Αλεξανδρινούχωρίζεται σε τρία μέρη. Στο πρώτο «μιμείται» τη δομή μιας αστυνομικής περιπέτειας όπου κυριαρχεί το ρεαλιστικό στοιχείο. Ανάμεσα στο πρώτο και στο δεύτερο μέρος μεσολαβούν τα διηγήματα του έλληνα φοιτητή. Εδώ ο αφηγητής αλλάζει. Είναι ο ίδιος ο έλληνας φοιτητής και ό,τι εκείνος βλέπει. Οι διηγήσεις όμως αυτές τελούνται κάτω από το άγρυπνο μάτι του κυρίαρχου αφηγητή του έλληνα μετανάστη δηλαδή, ο οποίος ταξινομεί και τις προβάλλει όπως αυτός νομίζει ότι εξυπηρετούν καλύτερα για να αναδειχθούν οι λόγοι της αυτοκτονίας του φοιτητή. Ουσιαστικά όμως εξυπηρετούν την ίδια την αφήγηση. Στο τρίτο μέρος επέρχεται η πλήρης ανατροπή. Όλα τινάζονται στον αέρα και το… παράδοξο παίρνει τη θέση της αληθοφάνειας.
Ο επιθεωρητής Τριφό (παραπομπή τόσο στον επιθεωρητή Μαιγκρέ του Σιμενόν, όσο και στον γάλλο σκηνοθέτη) αποκαλύπτει ότι ούτε έλληνας φοιτητής υπάρχει, ούτε φυσικά και αυτοκτονία του και ότι όλα ήταν μια σκηνοθεσία, αφού και ο ίδιος δεν είναι παρά «ένας σκηνοθέτης της ζωής». Και προς τι όλα αυτά;Καλύτερα να τα ανακαλύψει ο ίδιος ο αναγνώστης. Πάντως στο τρίτο μέρος του μυθιστορήματος του Γιώργου Αλεξανδρινού -το πιο αδύνατο από τ’άλλα δύο-ο συγγραφέας προσπαθεί να συνδυάσει το ρεαλιστικό με το φανταστικό, και να πει τόσα πολλά που μερικές φορές μπουκώνουν τον αναγνώστη. Ανεξάρτητα όμως από τις αδυναμίες αυτές το μυθιστόρημα του Γιώργου Αλεξανδρινού είναι μια ζωογόνα ανάσα μέσα στην πληθώρα των κακών ή μέτριων «μυθιστορημάτων» νέων, επίδοξων συγγραφέων που κυκλοφορούν τελευταία. Περιμένουμε τη συνέχεια.

ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, ΚΥΡΙΑΚΗ 17 ΜΑΡΤΙΟΥ 1996

Ce contenu a été publié dans Κριτικές, Λογοτεχνία, avec comme mot(s)-clé(s) , , . Vous pouvez le mettre en favoris avec ce permalien.